Τα e-Sports όλο και εξελίσσονται χρόνο με το χρόνο. Τα χρηματικά έπαθλα σε τουρνουά και μεγάλα events όλο και ανεβαίνουν. Συνεπώς το community μεγαλώνει και το πάθος και ο ανταγωνισμός γίνεται ακόμα μεγαλύτερος.
Εν έτη 2018 μπορείς πλέον να λες πως είσαι επαγγελματίας gamer, πως είναι η δουλειά σου και να μην περιμένεις να κριθείς γι’ αυτό. Αυτό όμως είναι κάτι το οποίο θα το συζητήσουμε σε ένα επόμενο άρθρο. Στην Ελλάδα, ακόμα τουλάχιστον, όσοι δεν έχουν ασχοληθεί με το άθλημα και το χώρο αυτό, π.χ γονείς και γενικά μεγαλύτερης ηλικίας συνάνθρωποι, εάν τους ανακοίνωνες πως θες να εξελίξεις το αγαπημένο σου hobby σε επαγγελματικό επίπεδο στη καλύτερη θα σε κοιτούσαν με το πιο υποτιμητικό ύφος.
Τι κι αν σου έλεγα λοιπόν πως ένας πατέρας από την Σουηδία, ώθησε το γιο του να παρατήσει το σχολείο και να ακολουθήσει το όνειρό του ως επαγγελματίας παίχτης των e-sports;
Όχι λοιπόν, μη βιάζεσαι. Δεν λέω πως αυτό είναι σωστό επίσης. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει ο καθένας να αφήσει στην άκρη τα σχολικά του χρόνια για να ακολουθήσει κάτι τόσο αβέβαιο και να ρισκάρει να βάλει σε κίνδυνο την υπόλοιπη ζωή του. Ας συνεχίσουμε λοιπόν με την υπόλοιπη ιστορία και τι έκανε το συγκεκριμένο πατέρα να πάρει μια τόσο μεγάλη απόφαση.
Πραγματικά το να καταφέρεις να φτάσεις σε αυτό το επίπεδο και να γίνεις ένας επαγγελματίας παίχτης σε κάποιο οποιοδήποτε παιχνίδι θέλει ΠΟΛΥ σκληρή δουλειά. Σίγουρα δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί να το καταφέρει ο οποιοδήποτε, δεν είναι όμως ένα άπιαστο όνειρο. Για να ξεχωρίσεις μέσα στους καλύτερους, εκτός του ταλέντου που μπορεί να έχεις, χρειάζονται ώρες αφοσίωσης και σωστής στρατηγικής. Να ένας λόγος που δεν έχουμε εξελιχτεί ακόμα στο ελληνικό community στο επίπεδο που θέλουμε και μπορούμε. (Άλλο ένα θέμα που θα αναλύσουμε σε ένα επόμενο άρθρο.)
Ο Lucas “Mendokusaii” Hakansson λοιπόν, τα κατάφερε και είχε την στήριξη του πατέρα του και της οικογένειας του στην ανοδική πορεία του. Ήταν από την αρχή όμως έτσι;
Λοιπόν όχι, και δεν διαφωνώ στο ότι θα ήταν και κάπως περίεργο και ανεύθυνο να ήταν από την αρχή σύμφωνος με αυτό. Πολλά απογεύματα μετά την δουλειά του, γυρνούσε στο σπίτι και λογομαχούσε με τον γιο του όσον αφορά τον εθισμό του στα video games. Ήταν πεπεισμένος πως όλο αυτό είναι χάσιμο χρόνου, τον αποτρέπει από το να είναι συγκεντρωμένος στα σχολικά του μαθήματα, ότι μπορεί να προκαλέσει άσχημες συμπεριφορές βίας προς τους συμμαθητές του ακόμα και πεθάνει από αυτό. Έφερνε ως τραγικό παράδειγμα, τον Κορεάτη που έπαιζε χωρίς να τρώει και να κοιμάται σερί μέχρι να προκαλέσει τον θάνατο στον ίδιο του τον εαυτό.
Με τον καιρό έβλεπε τον γιο του να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Το πάθος του για τα αγαπημένα του παιχνίδια δεν έσβηνε, όσο τον προκαλούσε να σταματήσει, το πείσμα για να του αποδείξει πως όλη αυτή η προσπάθεια αξίζει όλο και μεγάλωνε. Η απόδοση του στο σχολείο όλο και χειροτέρευε και το άγχος του είχε κατακλύσει την καθημερινότητα του. Και δεν είχε άδικο.
Ο Lucas, άρχισε να προπονείται πιο συστηματικά με τους φίλους του και τους συμπαίχτες του μέσω μιας ομάδας που είχε δημιουργήσει, με σκοπό και μεγάλο όνειρο να γίνει ο καλύτερος των καλυτέρων και να μπει σε μια μεγάλη επαγγελματική ομάδα. Έφτασε στο σημείο να πάρει την μεγάλη απόφαση χωρίς καν συμβουλευτεί κάποιον από την οικογένεια του. Αποφάσισε να μην ολοκληρώσει την χρονιά που του είχε απομείνει στο σχολείο και να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στις προπονήσεις του. Έτσι και έκανε. Πήγε λοιπόν και αντιμετώπισε τον πατέρα του πρόσωπο με πρόσωπο.
Προς μεγάλη του έκπληξη, η αντίδραση του πατέρα του δεν ήταν ακριβώς αυτή που περίμενε. Αποφάσισε να τον στηρίξει σε κάθε του κίνηση απο εδώ και στο εξής. Θα ήταν δίπλα του και θα τον στήριζε. Μπορεί να ήταν τελείως αντίθετος με την όλη κατάσταση και τον δυσαρεστούσε το γεγονός ότι σε περίπτωση που δεν τα κατάφερνε θα είχε ήδη χάσει ένα χρόνο από την ζωή του. Έμεινε όμως εκεί και o Lucas ΠΕΤΥΧΕ. Αυτή τη στιγμή είναι DPS στην ομάδα του Houston’s Overwatch League , The Outlaws. Στην ηλικία των 19 ετών, κατάφερε και έφτασε στο ανώτερο κλιμάκιο επιτυχίας στο Overwatch.
Καθόλη τη διάρκεια ο Lucas προπονούταν και έπαιζε σε αγώνες καμιά φορά πάνω 18 ώρες την ημέρα. Ο πατέρας του φρόντιζε να είναι δίπλα του σε όλο αυτό όχι μόνο συναισθηματικά, καθώς ο καθένας μπορεί να φανταστεί τι πίεση μπορεί να προκαλέσει όλο αυτό, αλλά και πρακτικά. Φρόντιζε το ψυγείο να είναι πάντα γεμάτο με τα αγαπημένα τρόφιμα του Lucas, να καθαρίζει καθημερινά το δωμάτιο του, έπλενε τα πιάτα και έκανε όλες τις δουλειές του σπιτιού, έτσι ώστε να μην υπάρχει τίποτα που να του αποσπά την προσοχή την ώρα της προπόνησης.
Όπως αναφέρει και ο ίδιος “Ειλικρινά, είμαι τόσο τυχερός που είχα τον πατέρα μου να με στηρίζει καθόλη τη πορεία μου”. Πλέον ο Lucas ζει στο Λος Άντζελες και αγωνίζεται στο Overwatch League. Πράγμα που σημαίνει πως έχει γίνει πολύ δύσκολη η επικοινωνία με τον πατέρα του ο οποίος εργάζεται εννέα με πέντε και ζει σε διαφορετική ζώνη ώρας. Δεν τον έχει εμποδίσει όμως σε καμία πείπτωση να τον στηρίζει όσο μπορεί έστω και από μακρυά. Με το δίκιο του πια, είναι ένας ΠΟΛΥ περήφανος μπαμπάς και δεν διστάζει να πει πως πλέον παίζει και ο ίδιος Overwatch στην κονσόλα του και παθιάζεται ακριβώς όπως και ο γιος του.
Να κλείσουμε λοιπόν αυτό το όμορφο τέλος με την φράση του Lucas που περίφανα λέει.
Αν ακούσετε ποτέ κάποιον να ουρλιάζει, πίσω στη παλιά μου γειτονιά στη Σουηδία, αυτός είναι ο μπαμπάς μου που παθιάζεται παίζοντας και φωνάζοντας στους συμπαίχτες του.